wikipedia.org
Ο Μιθριδάτης Β' (3ος αιώνας π.Χ.) ήταν ηγεμόνας του Βασιλείου του Πόντου κατά την ελληνιστική περίοδο, μέλος της Μιθριδατικής Δυναστείας. Δεν έχει σταθεί δυνατό να οριοθετηθεί χρονολογικά η βασιλεία του. Είναι γνωστό πως διαδέχτηκε τον πατέρα του, Αριοβαρζάνη, σε μικρή ηλικία, προσεγγιστικά το 250 π.Χ. Παππούς του υπήρξε ο Μιθριδάτης Α' ο Κτίστης, ιδρυτής του ποντικού κράτους. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, άνοιξε γέφυρες επικοινωνίας με την ισχυρή Αυτοκρατορία των Σελευκιδών, οι οποίες επισφραγίστηκαν με επιγαμίες ανάμεσα στους δύο Οίκους.
Την περίοδο που ο πατέρας του απεβίωσε μαίνονταν ταραχές που είχαν προκαλέσει Γαλάτες πρώην μισθοφόροι. Επειδή ο νέος βασιλιάς ήταν πολύ νεαρός σε ηλικία, εκείνοι βρήκαν πάτημα να καταστρέψουν τη χώρα. Ωστόσο τη λύση προσέφερε τελικά η Ηράκλεια, γειτονική ισχυρή πόλη-κράτος.[1]
Ο Μιθριδάτης ήταν ο πρώτος βασιλιάς της Δυναστείας που εισήγαγε το αίμα των Σελευκιδών, ηγεμόνων της Συρίας και της Μέσης Ανατολής, στο οικογενειακό δέντρο της. Νυμφεύθηκε τη Λαοδίκη, κόρη του Αντίοχου Β' του Θεού, [2] λαμβάνοντας ως γαμήλιο δώρο τα εδάφη της Μεγάλης Φρυγίας.[3]
Το 246 π.Χ., απεβίωσε ο πεθερός του Μιθριδάτη, Αντίοχος Β', κληροδοτώντας το θρόνο του στο γιο του Σέλευκο Β' τον Καλλίνικο. Ο τελευταίος αντιμετώπισε τη σοβαρή πρόκληση ενός πολέμου με την Πτολεμαϊκή Αίγυπτο, καταφέρνοντας να διατηρήσει το θρόνο του παρά τις εδαφικές απώλειες που υπέστη. Σχεδόν ταυτόχρονα, ο αδελφός του Αντίοχος, ο επονομαζόμενος «ο Ιέραξ», επαναστάτησε διεκδικώντας για τον εαυτό του εδάφη και στέμμα. Με τη σειρά του ο Μιθριδάτης κλήθηκε να λάβει θέση και να συνταχθεί με ένα από τα δύο αδέλφια της συζύγου του. Επέλεξε τον Αντίοχο και σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές συγκρούστηκε με το Σέλευκο στην Καππαδοκία, στερώντας του 20.000 στρατιώτες οι οποίοι έχασαν τη ζωή τους στο πεδίο της μάχης.[2]
Το 222 π.Χ. ο Μιθριδάτης ανανέωσε τη συμμαχία του με το κράτος των Σελευκιδών, δίδοντας το χέρι της κόρης του, Λαοδίκης, στο νεαρό βασιλιά της Συρίας, Αντίοχο Γ', ο οποίος αργότερα χάρις στα επιτεύγματά του χαρακτηρίστηκε «Μέγας». Ο γάμος έλαβε χώρα στη Σελεύκεια (γνωστή και ως Ζεύγμα), πόλη στον Ευφράτη ποταμό, όπου ο Διόγνητος, ναύαρχος από την Ποντική Καππαδοκία, συνόδεψε το κορίτσι. Οι τελετές ήταν μεγαλοπρεπείς και λίγο αργότερα η Λαοδίκη έλαβε στην Αντιόχεια επίσημα τον τίτλο της Βασίλισσας.[4] Η δεύτερη κόρη του, η οποία επίσης είχε λάβει το όνομα Λαοδίκη, ενώθηκε με τα δεσμά του γάμου με τον Αχαιό, επιφανή στρατηγό των Σελευκιδών, ο οποίος σε κάποια φάση της ιστορίας κυβέρνησε σημαντικό τμήμα της αυτοκρατορίας. Η κοπέλα αυτή πριν από το γάμο της διέμενε στην πόλη της Πισιδίας, Σέλγη, υπό τη φροντίδα του Λόγβαση, που την ανέθρεψε σαν δική του κόρη. [5]
Το 220 π.Χ. ο Πόντος ενεπλάκη σε πόλεμο με την ισχυρή πόλη της Σινώπης, στις νότιες όχθες του Εύξεινου Πόντου. Οι κάτοικοι, φοβούμενοι μια πιθανή πολιορκία από το βασιλιά, ζήτησαν τη βοήθεια της ακμάζουσας πόλης της Ρόδου και προχώρησαν σε οχυρωματικά έργα. Ο Μιθριδάτης δεν κατάφερε να προσαρτήσει τη Σινώπη στην επικράτειά του, κάτι που πέτυχαν οι διάδοχοί του το 183 π.Χ.[6]
Αναφορικά με το διοικητικό ή πολιτιστικό έργο του Μιθριδάτη δεν διαθέτουμε πληροφορίες. Ωστόσο ο Πολύβιος τον συμπεριλαμβάνει ανάμεσα στους ηγεμόνες της Μικράς Ασίας που απέστειλαν δώρα και βοήθεια στη Ρόδο, η οποία δοκιμάστηκε από έναν ισχυρότατο σεισμό το 227 π.Χ. [7] Η ημερομηνία του θανάτου του παραμένει επίσης ακαθόριστη. Στο θρόνο του Πόντου, τον διαδέχτηκε ο Μιθριδάτης Γ', που κατά πάσα πιθανότητα ήταν γιος του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου