Κυριακή 4 Απριλίου 2010

Ο Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος (1403-1472)

Ο Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος (1403-1472) έγινε και έμεινε γνωστός στην ιστορία ως καρδινάλιος Βησσαρίων. Γεννήθηκε στο βυζαντινό Πόντο περίπου το 1403 (κοσμικό όνομα Ιωάννης) και έγινε μοναχός το 1423 για να εξελιχθεί σε μορφή του βυζαντινού και του ιταλικού ουμανισμού στην κοσμοϊστορική εποχή της μετάβασης από το Μεσαίωνα στην Αναγέννηση. Μορφώθηκε στην Κωνσταντινούπολη (1415-1431) με διδασκάλους του τον Γεώργιο Χρυσοκόκκη και τον Ιωάννη Χορτασμένο. Το 1431, ως ιερέας πλέον, έφθασε στον Μυστρά για να γνωρίσει και να σπουδάσει φιλοσοφία και μαθηματικά κοντά στο φημισμένο Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα. Εδώ γεννήθηκε ο σταθερός προσανατολισμός του στην προσέγγιση του Βυζαντίου προς τη Δύση ως της μονής ελπίδας σωτηρίας μπροστά στον οθωμανικό κίνδυνο.


Για το σκοπό αυτόν έκανε πολλά διαβήματα προς τους Παλαιολόγους και κυρίως τους δεσπότες του Μυστρά, με τους οποίους είχε δημιουργήσει φιλικές σχέσεις. Πολύ σημαντικό είναι το υπόμνημα του προς τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο (έκδοση Σπ. Λάμπρου, Νέος Ελληνομνήμων 3/1906,12-50). Έτσι, όταν ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Η' αποφάσισε να πάει στη Φεράρα επικεφαλής της ορθόδοξης αντιπροσωπείας, για να διαπραγματευθεί με τους ρωμαιοκαθολικούς την ένωση των Εκκλησιών και την παροχή στρατιωτικής βοήθειας, κάλεσε στην Κωνσταντινούπολη και τον Βησσαρίωνα, προκειμένου να τον συνοδεύσει στη Σύνοδο, όπως έγινε και με τον Πλήθωνα. Για να έχει μάλιστα επισημότερη ιδιότητα, φρόντισε να χειροτονηθεί (1437) μητροπολίτης Νικαίας.

Κατά τις συζητήσεις μεταξύ των εκπροσώπων των δύο Εκκλησιών, τόσο στη Φεράρα όσο και αμέσως μετά στη Φλωρεντία, ο Βησσαρίων υποστήριξε αρχικά τις ορθόδοξες θέσεις, προοδευτικά όμως γινόταν συμβιβαστικός. Αποδέχθηκε την προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως του Filioque, ενώ στο επίμαχο θέμα του καθαρτηρίου πυρός έκλινε μάλλον προς τις θέσεις των καθολικών. Τελικά η Σύνοδος έληξε με την υπογραφή του «Όρου της Ενώσεως» (Οκτώβριος 1439) και η ορθόδοξη αντιπροσωπεία μαζί με τον Βησσαρίωνα επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Ευθύς αμέσως, το Δεκέμβριο του 1439, και ενώ ο Βησσαρίων ήταν πάντα στη βυζαντινή πρωτεύουσα, ο πάπας Ευγένιος Λ', με μια προφανέστατα διπλωματική ενεργεία αλλά επίσημα για να τιμήσει τη μεγάλη θεολογική και φιλοσοφική παιδεία του, του απένειμε τον τίτλο του καρδιναλίου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Εν τω μεταξύ στη Βασιλεύουσα μετά την επιστροφή της αυτοκρατορικής αντιπροσωπείας δημιουργήθηκε μεγάλη ένταση από τις αντιδράσεις στην υπογραφή της Ενώσεως, Η θέση του Βησσαρίωνος ως πρωτεργάτου της υπογραφής έγινε πολύ δύσκολη και ο ήδη καρδινάλιος Βησσαρίων αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη. Στη Ρώμη η προσχώρηση του στον καθολικισμό ήταν ζήτημα χρόνου. Ο πάπας τον αντάμειψε με τίτλους και αξιώματα: ηγούμενος της Μονής Κρυπτοφέρρης (Grottaferrata), αρχιεπίσκοπος Τούσκλων και το 1463 τιτουλάριος (Λατίνος) πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Δύο φορές (1455 και 1471) προτάθηκε για το αξίωμα του πάπα. Μολονότι πλέον καθολικός, ο Βησσαρίων δεν αποκόπηκε από τις ρίζες του. Μετά την Άλωση, και εξασφαλίζοντας την υποστήριξη διαδοχικών παπών, άρχισε έναν απεγνωσμένο αγώνα για την οργάνωση σταυροφορίας των Δυτικών ηγεμόνων, ώστε να ανακοπεί η τουρκική επικράτηση στην Ανατολή. Για το σκοπό αυτόν ταξίδεψε επανειλημμένως στις ηγεμονικές αυλές της Ευρώπης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους ιστορικούς έχουν οι αποστολές του στη Γερμανία και τη Βιέννη (1460-61). Δύο Φορές πίστεψε πως είχε φθάσει στο σκοπό του, αλλά διαψεύσθηκε. Γερασμένος πια, επιστρέφοντας από τη Γαλλία, όπου έκανε μια ύστατη προσπάθεια να πείσει τον Λουδοβίκο ΙΑ' για τα σχέδιά του, πέθανε στη Ραβένα το 1472. Η σορός του μεταφέρθηκε στη Ρώμη, όπου ενταφιάσθηκε με μεγάλες τιμές. Η αναγνώριση είναι γενική, ότι σε όλη τη σταδιοδρομία του ο Βησσαρίων μόνιμη φροντίδα είχε τη στήριξη του Βυζαντίου και των υπολειμμάτων του από τον πάπα και τους Δυτικούς ηγεμόνες, καθώς και την ισότιμη ένωση του χριστιανικού κόσμου. Ο Βησσαρίων ανέπτυξε στη Ρώμη μεγάλη πνευματική δράση. Συγκέντρωσε μεγάλο αριθμό χειρογράφων με έργα αρχαίων συγγραφέων, τα οποία μελετούσε και αξιοποιούσε στο πλούσιο συγγραφικό έργο του. Υποστήριξε ποικιλοτρόπως πολλούς πρόσφυγες Βυζαντινούς λογίους, στους οποίους κυρίως ανέθετε την αναγραφή χειρογράφων, έτσι ώστε το μεγαλύτερο μέρος της χειρόγραφης παράδοσης π.χ. του Αριστοτέλη να αποτελούν τα αντίγραφα, που έγιναν με ενθάρρυνση και χρηματοδότηση δική του από λογίους όπως οι Μιχαήλ Αποστόλιος, Ανδρόνικος Κάλλιστος, Ιωάννης Σκουταριώτης, Γεώργιος Ερμώνυμος, Ιωάννης Ρώσσος (για τον τελευταίο λέγεται ότι αντέγραψε ως τρεις φορές ολόκληρο το έργο του Αριστοτέλη).

Πολύ μεγάλη είναι η συμβολή του Βησσαρίωνος στην Αναγέννηση και ειδικότερα στη διαμόρφωση του λεγόμενου πλατωνικού ανθρωπισμού της Ιταλίας. Στις συζητήσεις και αντιπαραθέσεις με τους σοφούς της εποχής του, Έλληνες (Γεώργιος Τραπεζούντιος, Ιωάννης Αργυρόπουλος, Θεόδωρος Γαζής και άλλοι) και Ιταλούς (Φιτσίνο, Βάλα, Μπρούνι, Περότι κ.λπ.), υποστήριζε τη συγγένεια της διδασκαλίας στα μεγάλα θέματα της φιλοσοφίας των δυο μεγάλων φιλοσόφων της αρχαιότητας, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, απέφευγε τις ακραίες θέσεις των άλλων πλατωνικών ή αριστοτελικών, αλλά και καλλιεργούσε (στα ωριμότερα έργα του) μια πιο κριτική ερμηνεία των Ελλήνων φιλοσόφων, κυρίως του Αριστοτέλη, κατεύθυνση που επηρέασε θετικά τον ιταλικό πλατωνισμό (Πίκο ντελα Μιράντολα, Λορέντσο Βάλα και άλλοι).

Ο Βησσαρίων έγραψε ελληνικά μία αντίκρουση του Γεωργίου Τραπεζουντίου (1395-1472) Περί φύσεως και τέχνης και ένα τετράτομο σύγγραμμα εναντίον των επικριτών του Πλάτωνα (Έλεγχος των κατά Πλάτωνος Βλασφημιών, 1469 ή Adversus calumniatorem Platonis, όπως αποδόθηκε μεταφρασμένο λατινικά από τον ίδιο), στο οποίο ενσωματώθηκε ως 6ο βιβλίο και το Περί φύσεως, μεταφρασμένο λατινικά από τον Θεόδωρο Γαζή (1400-1476). Το εκτεταμένο αυτό και πραγματικά σοφό έργο ξεπερνάει σε σπουδαιότητα την απλή διαμάχη προς τον Τραπεζούντιο στο πλαίσιο της υπεράσπισης της πλατωνικής φιλοσοφίας. Ο Βησσαρίων έχοντας υπόψη του κυρίως το «λατινικό» κοινό στην Ιταλία, έδειξε συστηματικά και τα στοιχεία εκείνα του πλατωνισμού, τα οποία συμβιβάζονται με την ελληνική πατερική θεολογία ή και φαίνονται να την προετοιμάζουν. Ταυτόχρονα κατέβαλε προσπάθεια να αποφύγει μια πολεμική εναντίον του Αριστοτέλη, κυρίως στο επίπεδο της Λογικής του. Σήμερα γνωρίζουμε και ένα ακόμη, ανέκδοτο ως τώρα, έργο του Βησσαρίωνος, που προέκυψε από την αρνητική υποδοχή της λατινικής μετάφρασης των Νόμων του Πλάτωνος από τον Γεώργιο Τραπεζούντιο. Σε τρεις περιόδους της ζωής του ο Βησσαρίων ασχολήθηκε με τους Νόμους, διορθώνοντας τον Τραπεζούντιο με παράλληλη συστηματική ερμηνεία του πλατωνικού έργου. Ακόμη δύο στοιχεία έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον εδώ, η πρόταξη μιας ευρείας -και σήμερα χρήσιμης- περίληψης των 13 βιβλίων των Νόμων και το γεγονός ότι ο Βησσαρίων ζήτησε για τις θέσεις του τη γνώμη του Θεόδωρου Γαζή, του οποίου τα λατινικά απαντητικά σχόλια διακρίνονται καθαρά στο χειρόγραφο του Βησσαρίωνος.

Στο φλέγον θέμα της χρήσης του αποδεικτικού συλλογισμού σας θεολογικές ερμηνείες, που προκάλεσε ζωηρές συζητήσεις και διαφωνίες από την εποχή του Γρηγορίου Παλαμά και έως το σύγχρονο του Βησσαρίωνος, Γεώργιο Σχολάριο-Γεννάδιο, ο καρδινάλιος είναι μετριοπαθής, δεν αποκλείει δηλαδή την καταφυγή στη λογική μέθοδο για την κατανόηση της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας («δια των σαφών επί τα ασαφή και ζητούμενα προβαίνειν εικός, και δια των δήλων δεικνύναι τα άδηλα»). Οι λατινικές μεταφράσεις σπουδαίων έργων της ελληνικής γραμματείας, φιλοτεχνημένες με μεγάλη ακρίβεια από τον Βησσαρίωνα, τυπώθηκαν μετά το θάνατο του. Πρόκειται για τα Μετά τα Φυσικά του Αριστοτέλη (κορυφαία επίδοση του Βησσαρίωνος, 1515), τη Μεταφυσική του Θεοφράστου (1516), τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντος (1521), τον Φαίδρο του Πλάτωνος (1539), τις Ομιλίες του Μεγάλου Βασιλείου και άλλα. Από τα θεολογικά έργα του σπουδαιότερα είναι πέντε, με κεντρικό θέμα το πρόβλημα της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος (όπου υποστηρίζει κυρίως το ότι οι εκφράσεις «εκ του Υιού» και «δια του Υιού» είναι ταυτόσημες), το Περί του μυστηρίου της ιεράς ευχαριστίας (λατινικά), η Επιστολή καθολική προς τους ορθοδόξους της ελληνικής Ανατολής και άλλα. Σώζονται ακόμη πολλοί λόγοι σε διάφορες ευκαιρίες, επικήδειες μονωδίες, εγκώμια, επιγράμματα, επιστολές, πολλές από τις οποίες (προς τους Πλήθωνα, Θεόδωρο Γαζή, Ανδρόνικο Κάλλιστο, Γεώργιο Τραπεζούντιο και άλλους) έχουν και φιλοσοφικό ενδιαφέρον. Χαρακτηριστικό είναι το Βαθυνούστατο επιτάφιο επίγραμμα για τον αγαπημένο διδάσκαλο, που σε δύο και μόνο στίχους απηχεί τον πυρήνα της διδασκαλίας του Πλήθωνος για τη διπλή φύση του ανθρώπου: «Γαίαν σώματι, ψυχή δ' άστρα Γεώργιος ίσχει, / παντοίης σοφίης σεμνότατον τέμενος» (1452).
Ο Βησσαρίων πίστευε ότι οι πνευματικοί θησαυροί που είχε συγκεντρώσει έπρεπε να είναι στην υπηρεσία των πολλών, γι' αυτό και δώρισε από το 1468 τη μεγάλη Βιβλιοθήκη του με περισσότερους από 900 τόμους, στους οποίους περιλαμβάνονταν 750 πολύτιμα ελληνικά χειρόγραφα, στην πόλη της Βενετίας. Η σπουδαία αυτή δωρεά αποτέλεσε τον πυρήνα της περίφημης ως σήμερα Μαρκιανής Βιβλιοθήκης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου